Οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη: Μια ψυχαναλυτική ερμηνεία

    Η ψυχανάλυση θα μπορούσε να εξετάσει τις διάφορες διαστάσεις του συλλογικού ψυχισμού και των συναισθημάτων που εκφράζονται μέσα από τις διαδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα για τους 57 νεκρούς των Τεμπών.

    Όσον αφορά το συλλογικό πένθος και την απωθημένη οδύνη, οι διαδηλώσεις αποτελούν μια μορφή συλλογικού πένθους, όπου η κοινωνία εκφράζει τη θλίψη και την οργή της για την απώλεια τόσων ανθρώπων. Ωστόσο, αυτό το πένθος φαίνεται να είναι τραυματικό, καθώς η αίσθηση της αδικίας δεν επιτρέπει στην κοινωνία να επεξεργαστεί την απώλεια με έναν "φυσιολογικό" τρόπο. Σύμφωνα με τον Freud, το πένθος είναι μια διαδικασία μέσω της οποίας αποδεχόμαστε την απώλεια και προχωράμε. Όταν όμως η απώλεια είναι βίαιη και άδικη, μπορεί να μετατραπεί σε μελαγχολία ή μόνιμη οργή, καθώς το υποκείμενο δεν μπορεί να "αποχωριστεί" το χαμένο αντικείμενο.

    Το τραύμα που προκάλεσε η τραγωδία των Τεμπών λειτουργεί ως μια βαθιά πληγή στο συλλογικό ασυνείδητο και μετατρέπεται σε οργή. Το γεγονός ότι πολλοί θεωρούν πως το δυστύχημα οφείλεται σε αμέλεια ή συστημικές δυσλειτουργίες εντείνει το αίσθημα αδικίας. Η οργή αυτή δεν είναι μόνο για το παρόν, αλλά συνδέεται με ένα συσσωρευμένο αίσθημα αδικίας, που σχετίζεται με τη διαχρονική δυσπιστία απέναντι στο κράτος και τους θεσμούς.

    Τέτοια θλιβερά γεγονότα έχουν ως αποτέλεσμα το αίσθημα της συλλογικής ενοχής, η οποία μετριάζεται κάπως μέσω των αμυντικών μηχανισμών. Η κοινωνία συχνά μπαίνει σε μια διαδικασία αυτοενοχοποίησης ή αποφυγής της ευθύνης. Υπάρχουν μηχανισμοί άμυνας όπως η άρνηση («Δεν μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο στην εποχή μας»), η προβολή (αποδίδουμε την ευθύνη αποκλειστικά στους άλλους, π.χ. πολιτικούς, σιδηροδρομικές εταιρείες) και η διασπαστική άμυνα (όπου η κοινωνία διχάζεται σε αυτούς που θέλουν να συνεχιστεί ο αγώνας και σε εκείνους που προτιμούν τη σιωπή).

    Η Ελλάδα έχει βιώσει επαναλαμβανόμενες τραγωδίες που εγγράφονται στο συλλογικό ασυνείδητο. Από τη Marfin και το Μάτι μέχρι τα Τέμπη, φαίνεται πως κάθε νέα καταστροφή ξυπνά τα προηγούμενα τραύματα, δημιουργώντας μια αίσθηση déjà vu. Αυτό μπορεί να οδηγήσει είτε σε κινητοποίηση είτε σε παραίτηση.

    Οι διαδηλώσεις δεν είναι μόνο μια μορφή διαμαρτυρίας αλλά έχουν και μία συμβολική σημασία, μια προσπάθεια να δοθεί νόημα στην απώλεια. Μέσα από αυτές, οι πολίτες προσπαθούν να ανακτήσουν τον έλεγχο, να διεκδικήσουν δικαιοσύνη και να αποτρέψουν την αμνησία. Η συλλογική δράση λειτουργεί ως θεραπευτικός μηχανισμός, όπως περιγράφει ο Jung, μέσα από τη συλλογική μνήμη και το αρχετυπικό μοτίβο του αγώνα ενάντια στην αδικία.

    Οπότε συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τραγωδία των Τεμπών ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ ΕΝΑ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ αλλά ένα γεγονός που άγγιξε βαθιά την ψυχή της ελληνικής κοινωνίας. Οι διαδηλώσεις αποτελούν μια κραυγή ενάντια στην αδικία, μια έκφραση συλλογικού πένθους, αλλά και έναν μηχανισμό αντίστασης απέναντι στη λήθη. Το αν αυτή η οργή θα μετατραπεί σε αλλαγή ή θα απορροφηθεί μέσα στη συνήθη απογοήτευση εξαρτάται από την ικανότητα της κοινωνίας να επεξεργαστεί το τραύμα και να το μετατρέψει σε συλλογική δράση με διάρκεια.